ΚΕΙΜΕΝΑ - ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ


ΑΣΚΗΤΙΚΗ
SALVATORES DEI
Πρόλογος

Ερχόμαστε από μια σκοτεινή άβυσσο˙ καταλήγουμε σε μια σκοτεινή άβυσσο˙ το μεταξύ φωτεινό διάστημα το λέμε ζωή.
Ευτύς ως γεννηθούμε αρχίζει κι η επιστροφή˙ ταυτόχρονα το ξεκίνημα κι ο γυρισμός˙ κάθε στιγμή πεθαίνουμε. Γι’αυτό πολλοί διαλάλησαν: Σκοπός της ζωής είναι ο θάνατος.
Μα κι ευτύς ως γεννηθούμε, αρχίζει κι η προσπάθεια να δημιουργήσουμε, να συνθέσουμε, να κάμουμε την ύλη ζωή˙ κάθε στιγμή γεννιούμαστε. Γι’αυτό πολλοί διαλάλησαν: Σκοπός της εφήμερης ζωής είναι η αθανασία.
Στα πρόσκαιρα ζωντανά σώματα, τα δυό τούτα ρέματα παλεύουν: α) ο ανήφορος, προς τη σύνθεση, προς τη ζωή, προς την αθανασία˙ β) ο κατήφορος, προς την αποσύνθεση, προς την ύλη, προς το θάνατο.
Και τα δύο ρέματα πηγάζουν από τα έγκατα της αρχέγονης ουσίας. Στην αρχή η ζωή ξαφνιάζει˙ σαν παράνομη φαίνεται, σαν παρά φύση, σαν εφήμερη αντίδραση στις σκοτεινές αιώνιες πηγές˙ μα βαθύτερα νιώθουμε: η Ζωή είναι κι αυτή άναρχη, ακατάλυτη φόρα του Σύμπαντου.
Αλλιώς, πούθε η περανθρώπινη δύναμη που μας σφεντονίζει από το αγέννητο στο γεννητό και μας γκαρδιώνει – φυτά, ζώα, ανθρώπους – στον αγώνα; Και τα δυό αντίδρομα ρέματα είναι άγια.
Χρέος μας λοιπόν να συλλάβουμε τ’όραμα που χωράει κι εναρμονίζει τις δυό τεράστιες τούτες άναρχες, ακατάλυτες ορμές˙ και με τ'όραμα τούτο να ρυθμίσουμε το στοχασμό μας και την πράξη.
Εκδόσεις Ελένης Ν. Καζαντζάκη, Αθήνα, 1971


ΟΔΥΣΣΕΙΑ
Πρόλογος

Εκδόσεις Ελένης Ν. Καζαντζάκη, Αθήνα, 1957


Ο ΚΑΠΕΤΑΝ ΜΙΧΑΛΗΣ (Ελευτερία ή θάνατος)
Πρόλογος




Αποσπάσματα

Εκδόσεις Ελένης Ν. Καζαντζάκη, Αθήνα, 1973


ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΤΟΥ ΑΛΕΞΗ ΖΟΡΜΠΑ
Πρόλογος





Αποσπάσματα


Εκδόσεις Ελένης Ν. Καζαντζάκη, Αθήνα, 1981


Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΠΕΙΡΑΣΜΟΣ
Πρόλογος


Εκδόσεις Ελένης Ν. Καζαντζάκη, Αθήνα, 1973


Ο ΦΤΩΧΟΥΛΗΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
Πρόλογος

Εκδόσεις Ελένης Ν. Καζαντζάκη, Αθήνα, 1973

Αποσπάσματα


Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΞΑΝΑΣΤΑΥΡΩΝΕΤΑΙ
Αποσπάσματα


Εκδόσεις Ελένης Ν. Καζαντζάκη, Αθήνα, 1973


ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟΝ ΓΚΡΕΚΟ
Αποσπάσματα




Εκδόσεις Ελένης Ν. Καζαντζάκη, Αθήνα, 1961


ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΣΤΟΝ ΠΑΝΤΕΛΗ ΠΡΕΒΕΛΑΚΗ
Αποσπάσματα





Τετρακόσια γράμματα του Καζαντζάκη στον Πρεβελάκη,
Εκδόσεις Ελένης Ν. Καζαντζάκη, Αθήνα, 1984


ΔΙΠΛΩΜΑ ΑΝΘΡΩΠΟΥ







Ταξιδεύοντας, Αγγλία, Εκδόσεις Ελένης Ν. Καζαντζάκη, Αθήνα 1986

Η ΤΙΓΡΗ Η ΣΥΝΤΑΞΙΔΙΩΤΙΣΣΑ



Νίκος Καζαντζάκης,
Ταξιδεύοντας: Ιταλία-Αίγυπτος-Σινά-Ιερουσαλήμ-Κύπρος-Ο Μοριάς,
Εκδόσεις Ελ. Καζαντζάκη, Αθήνα, 1969

ΜΗΝΥΜΑ ΣΤΟ A' ΔΙΕΘΝΕΣ ΑΝΤΙΑΠΟΙΚΙΑΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
2 Νοεμβρίου 1957



Η ΤΥΧΗ ΚΑΙ Η ΤΙΜΗ ΜΙΑΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ
[ΟΙ ΑΓΓΕΛΟΙ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ]



Νέα Εστία, τεύχος 653, 15 Σεπτεμβρίου 1954


ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΒΑΦΗ

Ο Νίκος Καζαντζάκης ταξίδεψε στην Αίγυπτο στα τέλη Δεκεμβρίου 1926 και αρχές Ιανουαρίου 1927. Συνάντησε στην Αλεξάνδρεια τον ποιητή Κωνσταντίνο Καβάφη (1863-1933). Η αφήγηση της συνάντησης αυτής έχει περιληφθεί στο Ταξιδεύοντας. Ιταλία, Αίγυπτος, Σινά, Ιερουσαλήμ, Κύπρος. Ο Μοριάς. Την παραθέτουμε ολόκληρη.


Ο ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ ΑΓΑΠΟΥΣΕ ΤΗ ΜΟΥΣΙΚΗ


ΜΕΡΙΚΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ

Η σύνθεση

- Ε, αφεντικό, σε παρακαλώ, μην ανακατεύεσαι. Εγώ χτίζω, και του λόγου σου χαλνάς. Τι ’ναι πάλι αυτά που τους έλεγες σήμερα; Σοσιαλισμός και κοροφέξαλα! Ιεροκήρυκας είσαι μαθές ή κεφαλαιούχος; Πρέπει να διαλέξεις.
Μα πού να διαλέξω! Μ’ έτρωγε η απλοϊκή λαχτάρα να συνδυάσω και τα δυο, να βρω τη σύνθεση όπου να αδερφωθούν οι θανάσιμες αντίθεσες και να κερδίσω την επίγεια ζωή και τη βασιλεία των ουρανών.

Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά

Η αγωνία μου έγκειται σε τούτο: ακατάπαυστα ν’ αγωνίζομαι της θέσης τούτης και της αντίθεσης να βρω τη Σύνθεση.
Επιστολή στον Αιμίλιο Χουρμούζιο,
Αίγινα, 12 Φεβρουαρίου 1944

Σκοπός μας είναι σε όλα τα υπεραρχαία ελληνικά μας πλούτη να βρούμε τη σύνθεση. Η κρητική, ρουμελιώτικη, μακεδονίτικη, μικρασιάτικη ματιά, όλες μαζί, αποτελούν το μάτι της νεοελληνικής ψυχής.
Επιστολή στον Στάμο Διαμαντάρα,
Αίγινα, 29 Σεπτεμβρίου 1943

Κρητική ματιά δε θα πει να διώξουμε το δυτικό, ανατολικό, αρχαίο ελληνικό πολιτισμό· θα πει να συνθέσουμε όλα αυτά.
Επιστολή στον Αιμίλιο Χουρμούζιο,
Αίγινα 24 Οκτωβρίου 1944


Νέα Εστία, τεύχος 393. 15 Οκτωβρίου 1943

Το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον

Εχθρεύομαι την παράδοση μόνο όταν απαιτεί να κρατά ακίνητη την ισχύουσα τάξη, όταν είναι τυφλή και δεν βλέπει ότι η ολοένα αναβλύζουσα πραγματικότητα ανανεώνεται βίαια στις επαναστατικές περιόδους. Υποστηρίζω την παράδοση που προσαρμόζεται στην κινούμενη πραγματικότητα. Η πρώτη προσταγή αυτής της παράδοσης, είναι να την ξεπεράσουμε. Είμαστε πιστοί στην παράδοση μόνο όταν την ξεπερνάμε, όμως, και αυτή είναι η ουσία, να την ξεπερνάμε ακολουθώντας τη γραμμή της αρχικής της κατεύθυνσης. Οι ήρωες των μυθιστορημάτων μου, παρά τη σφοδρότητα του αγώνα τους, μένουν πιστοί στη γραμμή που χάραξαν οι γονείς και οι παππούδες τους. Ακολουθούν την προαιώνια παράδοση και δεν βρίσκονται ποτέ μπροστά σε δίλημμα. Είναι σίγουροι. Είναι χοντροκομμένοι άνθρωποι που υπακούουν μόνο στα ένστικτά τους και δεν μπορούν να τους ξεστρατίσουν διανοουμενίστικες σκέψεις. Ένας παλιός ελληνικός μύθος μπορεί, κι εδώ ακόμα, να απεικονίσει αυτή τη μετάδοση δύναμης που μας δίνουν οι επαφές μας με τις ρίζες μας.

Συνομιλίες Καζαντζάκη-Sipriot, Editions du Rocher,
Μονακό, 1990, σσ. 45-46

Ενδιαφέρομαι για το παρελθόν. Ωστόσο προσπαθώ να μετατρέψω το παρελθόν σε κάτι το σύγχρονο. Ο ιστορικός τρόπος να πιστεύουμε και να αναφερόμαστε σ’ αυτά τα πράγματα μου είναι ολότελα μισητός. Δεν αγαπώ παρά τη σημερινή ζωή και η παράδοση είναι για μένα το υλικό που πρέπει να μετασχηματιστεί σε κάτι το ζωντανό. Γι’αυτό και είμαι Κρητικός, ένας Έλληνας που αγαπά την παράδοση ξεπερνώντας την, αν είναι δυνατό. Η παράδοση είναι για μένα κάτι που πρέπει να ξεπεράσουμε. Στην παράδοση μέσα βρίσκουμε το παρόν και ίσως και το μέλλον.

Συνομιλία με τον Robert Sadoul, Γαλλική ραδιοφωνία, 1954,
Le Regard crétois, no 2, Σεπτέμβριος 1990, σ. 11

Πολλοί ονειροπόλοι προτείνουν: «Η μόνη σωτηρία, να γυρίσουμε στην παλιάν απλότητα, να λιγοστέψουμε τις ανάγκες μας, να καταργήσουμε τη σημερινή πολυπλοκότητα της ζωής, που δε μας αφήνει μια στιγμή λεύτερους. Μονάχα έτσι το κάθε κομμάτι της ύλης που θα δουλεύουμε θα γιομώνει πάλι ψυχή. Πώς δούλευαν το Μεσαίωνα; Η πέτρα, το ξύλο, το μέταλλο ζωντάνευαν, αλάφρωναν, γίνουνταν πνέμα κάτω από την υπομονετικήν ερωτική αναπνοή του εργάτη. Ας ακολουθήσουμε κι εμείς το δρόμο αυτόν, ας γυρίσουμε πίσω!» Ρομαντικές επιπολαιότητες. Ν’ απλοποιήσουμε τη ζωή μας, να γυρίσουμε πίσω στο Μεσαίωνα, στις Αγάπες των πρώτων χριστιανών ή ακόμα πιο πίσω, στην πρωτόγονη κοινοχτημοσύνη των άγριων –όλα τούτα είναι ονειροπολήματα ανίκανων ανθρώπων. Η ζωή δε γυρίζει πίσω, πάει μπροστά συντρίβοντας όσους δεν μπορούν να την ακολουθήσουν. Ας πάμε μαζί της. Κι ακόμα πιο πολύ: ας τη σπρώξουμε να πάει πιο πέρα. Έτσι μονάχα θα τη βοηθήσουμε να περάσει την απαραίτητη τούτη περίοδο της μηχανοποίησης και να λευτερωθεί. Η λύση βρίσκεται πάντα μπροστά, ποτέ πίσω.

Ταξιδεύοντας – Ρουσία, Εκδόσεις Ελ.Ν.Καζαντζάκη,
Αθήνα, σ. 262.

Υπάρχουν τριών ειδών συγγραφείς:
-Εκείνοι που κοιτάζουν πίσω: ρομαντισμός, φυγή, εστέτ.
-Εκείνοι που κοιτάζουν γύρω τους: τη σαπίλα, τον σημερινό ανισόρροπο κόσμο.
-Εκείνοι που κοιτάζουν μακριά, στο μέλλον και που παλεύουν για να δημιουργήσουν το καλούπι όπου θα χυθεί η μελλούμενη πραγματικότητα.

Lettre au Greco, souvenirs de ma vie,
μετάφραση του Michel Saunier, Plon, Παρίσι, 1961, σ. 472

Εγώ σε όλο μου το έργο τίποτα άλλο δεν έκανα, παρά τούτο: να μάχουμαι να μαντέψω και να διατυπώσω το πρότυπο του μελλούμενου ανθρώπου. Κι αυτός είναι ο Οδυσσέας στην Οδύσσεια, που έγραψα με «μεγάλον ιδρώτα», όπως λέει ο Dante. Προσπάθησα στην Οδύσσεια να διατυπώσω πώς φαντάζομαι τον «Άνθρωπο». Να δημιουργήσω ένα Καλούπι, μια μήτρα του ερχόμενου ανθρώπου.

Γράμμα στον Börje Knös, Αντίμπ, 24-8-1948

Ο ρόλος του συγγραφέα

Δύσκολη είναι η στιγμή που περνάει η ανθρωπότητα. Δεν πρόκειται μονάχα για τη σωτηρία του πολιτισμού, αλλά και για την ίδια τη ζωή του πλανήτη. Ο συγγραφέας πρέπει να κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου. Από την ίδια του τη φύση είναι ένας ευαίσθητος σεισμογράφος και προβλέπει τον ερχομό των σεισμών. Να γιατί η κοσμοθεωρία μου δεν έχει σχέση με την αισθητική. Είτε το θέλω είτε όχι, θέτω τον εαυτό μου στην υπηρεσία του πεπρωμένου της εποχής μας. Η ζωή είναι στρατευμένη, στρατεύομαι κι εγώ μαζί της.

Συνομιλίες στη Γαλλική ραδιοφωνία με τον Pierre Sipriot, 1957

Τρία είδη μυθιστορημάτων

Θα μπορούσαμε να διακρίνουμε τριών ειδών μυθιστορήματα:
α) Το μυθιστόρημα του είδους "μεγάλο κατάστημα". Αυτό το μυθιστόρημα ξεφεύγει από τους τόπους και τις εποχές, γιατί πλέει στον αέρα, χωρίς ρίζες Είναι μαγειρεμένο σοφά, συμφωνάμε διεθνείς συνταγές.
β) Το τοπικιστικό ή εθνικό μυθιστόρημα. Αυτό έχει ρίζες στο λαό του και στη χώρα του. Εκφράζει με ποιόν ιδιαίτερο τρόπο ένας συγκεκριμένος λαός σκέφτεται, αισθάνεται, ζει και πεθαίνει. Αυτά τα μυθιστορήματα είναι σαν τα τοπικά σημεία μιας χώρας. Είναι πολύτιμα, γιατί μπορούν να πλουτίσουν το πνεύμα μας και την ευαισθησία μας.
γ) Όταν αυτά τα εθνικά μυθιστορήματα κατορθώνουν να περά¬σουν τα εθνικά σύνορα και να φτάσουν τον άνθρωπο όλων των εθνικοτήτων, τότε έχουμε το τρίτο είδος μυθιστορήματος, το ανώτερο απ' όλα.
Να εμβαθύνει στη μελέτη του ανθρώπου της χώρας του ώσπου να φτάσει τον άνθρωπο χωρίς ετικέτα, τον άνθρωπο απλά και μόνο, να ποια πρέπει να είναι η ανώτερη φιλοδοξία του μυθιστοριογράφου. Ας προσθέσουμε κάτι, πολύ σημαντικό: δεν είναι δυνατό να φτάσει κανείς τον άνθρωπο όλων των χωρών παρά μόνο αν ξεκινήσει από τον άνθρωπο της χώρας του.

Συνομιλίες στη Γαλλική ραδιοφωνία με τον Pierre Sipriot, 1957

Το ταξίδι

Άρχιζα πάντα το ταξίδι μου οργανώνοντάς το και μετά ξεχνώντας ότι το είχα οργανώσει. Ταξίδεψα, λόγου χάρη, στην Ισπανία, την Κίνα, την Ιαπωνία, την Αίγυπτο, την Αφρική, κλπ… Αλλά όλες αυτές τις χώρες τις έβλεπα μέσα από την ιδιοσυγκρασία μου. Ποτέ δεν τις περιέγραψα με φωτογραφικό τρόπο, με «αντικειμενικό», όπως λένε, τρόπο. Τις μετασχημάτιζα: ήταν η Ισπανία μου, η Κίνα μου, η Αφρική μου, κλπ…, δηλαδή προσπαθούσα να βρω μέσα από τις χώρες αυτές την ψυχή μου, τον άνθρωπο. Δεν ενδιαφερόμουν για τα ιστορικά, γεωγραφικά, λαογραφικά πράγματα. Πάσχισα να βρω τη σωτηρία μου βλέποντας τις διάφορες χώρες και τις διάφορες μορφές ζωής στις χώρες αυτές.

Συνομιλία στη Γαλλική ραδιοφωνία με τον Robert Sadoul, 1954

Ταξίδι στο όρος Σινά

Σινά, Φεβρουάριος 1927: κείμενο που έγραψε ο Ν. Καζαντζάκης
στο βιβλίο επισκεπτών της Μονής Αγίας Αικατερίνης

Η φύση

Νιώθω, πίσω από την τραγική μοίρα του σύγχρονου ανθρώπου, την ωραία και αιώνια φύση που δεν ενδιαφέρεται καθόλου για τις εφήμερες τραγωδίες μας. Μας καταπνίγει η αγωνία, ασφυκτιούμε, νιώθουμε, όσο ποτέ άλλοτε, την ανάγκη ν’ ανοίξουμε ένα παραθυράκι για να δούμε, σε μια γρήγορη αστραπή, τον ουρανό, τα άστρα, τη θάλασσα, την άνοιξη: αλλά παρευθύς το παραθυράκι ξανακλείνει και μένουμε ξανά αντιμέτωποι με τους σκοτεινούς δαίμονες που μας επιτίθενται. Να ρίξουμε μια σύντομη και βίαιη ματιά στη φύση, ανάμεσα σε δυο κραυγές αγώνα και αγωνίας, είναι, θαρρώ, ολοένα και περισσότερο μια απαραίτητη φυγή προς ένα χαμένο παράδεισο. Όμως η ματιά αυτή πρέπει να είναι πολύ σύντομη, γιατί δεν έχουμε πια καιρό να αργοπορούμε με λεπτομερείς περιγραφές.

Συνομιλίες στη Γαλλική ραδιοφωνία με τον Pierre Sipriot, 1957

Ο μυστικισμός, οι Κρητικοί ήρωες και η Κρήτη

Η λέξη μυστικισμός μ’ ενοχλεί. Έχει γίνει μεγάλη χρήση και κατάχρηση αυτής της λέξης, την έχουν γεμίσει με ασυνάρτητες φλόγες και καπνούς. Αν τη χρησιμοποιήσουμε, είμαστε υποχρεωμένοι να δεχτούμε τις καταχρηστικές σημασίες της. Οι ήρωές μου δεν διακατέχονται από κάποια μυστικιστική ηθική. Η ηθική τους είναι πολύ ρεαλιστική, εξαιρετικά συγκεκριμένη. Ξέρουν τι θέλουν και πώς να το θελήσουν. Δεν είναι ακόμα άγιοι. Είναι αγωνιζόμενοι. Δεν είναι μονοκόμματα δείγματα εγωισμού ή αλτρουισμού. Οι καλοί και οι γενναίοι μπορεί να γίνουν κακοί και δειλοί. Οι κακοί και οι δειλοί είναι ικανοί κι εκείνοι να κάνουν πράξεις καλοσύνης και γενναιότητας. Κάθε στιγμή κινδυνεύουν να πέσουν, αλλά κάθε στιγμή ξανασηκώνονται. Στα μυθιστορήματά μου, δεν πρόκειται για κάποιον οριστικό θρίαμβο, αλλά για έναν αγώνα χωρίς τέλος. Αυτοί οι ήρωες ξέρουν επίσης ότι δεν φτάνει να είναι κανείς καλός, έντιμος, καλοπροαίρετος. Τους χρειάζονται πιο πολεμικές αρετές. Η αρετή πρέπει να είναι οπλισμένη. Όχι μόνο «η ελπίδα πρέπει να είναι στρατιωτική», όπως έλεγε ο Charles Maurras, αλλά και η αγάπη. Αυτό είναι το ιδανικό των Kρητικών ηρώων που προσπαθώ να ζωντανέψω στα μυθιστορήματά μου… Δεν βλέπω την Κρήτη σαν κάτι το γραφικό ή το χαμογελαστό. Σοβαρό είναι το πρόσωπο της Κρήτης, σκαμμένο από τον αγώνα και τον πόνο. Αυτό το νησί ανάμεσα στην Ευρώπη, την Ασία και την Αφρική ήταν προορισμένο από τη γεωγραφική του θέση να γίνει γέφυρα ανάμεσα στις τρεις ηπείρους. Να γιατί η Κρήτη, πρώτη εκείνη από όλες τις χώρες της Ευρώπης, δέχτηκε το φως του πολιτισμού που ήρθε από την Ανατολή. Δύο χιλιάδες χρόνια πριν από το ελληνικό θαύμα, άνθιζε στην Κρήτη αυτός ο μυστηριώδης πολιτισμός, ο λεγόμενος αιγαιακός, βουβός ακόμα, εκπληκτικά ζωντανός, μεθυσμένος από χρώματα, εκλέπτυνση και καλαισθησία που προκαλούν κατάπληξη και θαυμασμό. Είναι μάταιο ν’ αντιστεκόμαστε στα σημάδια του παρελθόντος. Υπάρχει, θαρρώ, μια ακτινοβολία, μια μαγική ακτινοβολία που ξεχύνεται από τα αρχαία χώματα που αγωνίστηκαν και υπέφεραν πολύ. Σαν να έχει μείνει κάτι μετά την εξαφάνιση λαών που αγωνίστηκαν, έκλαψαν και αγάπησαν πάνω σε ένα κομμάτι γης. Αυτή η ακτινοβολία από τα περασμένα χρόνια είναι εξαιρετικά έντονη στην Κρήτη. Διαπερνάει τον άνθρωπο από την πρώτη στιγμή που πατάει το πόδι του στο κρητικό χώμα. Έπειτα, μια άλλη συγκίνηση, πιο συγκεκριμένη, τον συνεπαίρνει. Εκείνος που γνωρίζει την τραγική ιστορία αυτού του νησιού τους τελευταίους αιώνες κυριεύεται από συγκίνηση όταν σκέφτεται το σφοδρό αγώνα πάνω σε τούτη τη γη ανάμεσα στον άνθρωπο που μάχεται για την ελευθερία του και τον δυνάστη του που προσπαθεί με λύσσα να τον συντρίψει. Οι Κρητικοί έχουν τόσο πολύ εξοικειωθεί με το θάνατο που δεν τον φοβούνται πια. Υπέφεραν τόσο πολύ επί αιώνες, διαπίστωσαν τόσες φορές ότι ο ίδιος ο θάνατος δεν μπορεί να τους καταβάλει ώστε κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ο θάνατος είναι απαραίτητος για το θρίαμβο του ιδανικού τους, ότι στην κορυφή της απελπισίας αρχίζει η σωτηρία. Ναι, είναι σκληρή η πραγματικότητα. Οι Κρητικοί όμως, σκληραγωγημένοι από τον αγώνα, άπληστοι για ζωή, την πίνουν σαν ένα ποτήρι κρύο νερό. «Ε παππού, πώς σου φάνηκε η ζωή;», ρώτησα μια μέρα έναν εκατοχρονίτη γέρο Κρητικό, γεμάτο παλιές πληγές, τυφλό. Καθόταν στον ήλιο και λιαζόταν, στο κατώφλι της καλύβας του. Ήταν περήφανος στ’ αυτιά, όπως λέμε στην Κρήτη. Δεν άκουγε καλά. Τον ξαναρώτησα: «Πώς σου φάνηκε τα εκατό τούτα χρόνια η ζωή, παππού;» «Σαν ένα ποτήρι κρύο νερό, παιδί μου», μου αποκρίθηκε. «Και διψάς ακόμα, παππού;» Σήκωσε το χέρι, σα να καταριόταν: «Ανάθεμά τον που ξεδίψασε!», φώναξε. Να ποιοι είναι οι Κρητικοί, πώς να μην τους κάνω σύμβολο;

Συνομιλίες στη Γαλλική ραδιοφωνία με τον Pierre Sipriot, 1957

Ολυμπία και Ολυμπιακοί αγώνες

Πήρα το μονοπάτι κάτω από τα πυκνά πεύκα, ανέβηκα στο Κρόνιο, να δω από ψηλά το ιερό τοπίο. Ώρες πολλές κοίταζα το ιερό τοπίο της Ολυμπίας. Ευγένεια, ήρεμη περισυλλογή, γελαστή καλοδεχούμενη κοιλάδα ανάμεσα σε χαμηλά μερωμένα βουνά, προφυλαγμένη από τον άγριο βοριά, από τον καφτερό νοτιά, ανοιχτή μονάχα δυτικά κατά τη θάλασσα, απ’ όπου καταφτάνει, ανεβαίνοντας το ρέμα του Αλφειού, ο δροσερός πελαγίσιος αγέρας. Δεν υπάρχει τοπίο στην Ελλάδα που να παρακινάει τόσο γλυκά κι επίμονα στην ειρήνη και τη συμφιλίωση. Με άσφαλτο μάτι οι αρχαίοι το ‘χαν διαλέξει να συγκεντρώνουνται εδώ, κάθε τέσσερα χρόνια, όλες οι ελληνικές φυλές αδερφωμένες και διαλέγοντάς το, το γέμισαν νόημα και πλήθυναν τη γαλήνη του και τη συμφιλιωτική του υποβολή.
Ζήλιες, έχτρες, εμφύλιοι πόλεμοι σπάραζαν την Ελλάδα, δημοκρατίες, αριστοκρατίες, τυραννίες αλληλοεξοντώνουνταν, οι κλειστές λαγκάδες, τ’ απομονωμένα νησιά, τα ξεμοναχεμένα ακρογιάλια, οι μικρές ανεξάρτητες πολιτείες δημιουργούσαν έναν πολυκέφαλο ενιαίο και αλληλομισούμενο οργανισμό, και τα πάθη έβραζαν στο κάθε στήθος. Και ξαφνικά, κάθε τέσσερα χρόνια, το καλοκαίρι, κήρυκες στεφανωμένοι, οι σπονδοφόροι, ξεκινούσαν από την ιερή τούτη κοιλάδα, έτρεχαν ως τα πέρατα του ελληνισμού, διαλαλούσαν την ιερομηνία των αγώνων, την ανακωχή, προοσκαλνώντας φίλους κι εχτρούς στην Ολυμπία να παίξουν. Απ’ όλη την Πελοπόννησο και τη Στερεά Ελλάδα, από τη Μακεδονία, τη Θεσσαλία, την Ήπειρο και τη Θράκη, από τα παράλια της Μαύρης Θάλασσας, της Μικράς Ασίας, της Αίγυπτος, της Κυρήνης, από τη Μεγάλη Ελλάδα και τη Σικελία, έτρεχαν αθλητές και προσκυνητές στην πανελλήνια κοιτίδα του παιχνιδιού. Δούλοι δεν μπορούσαν να πατήσουν εδώ, μήτε εγκληματίες, μήτε βάρβαροι, μήτε γυναίκες. Μονάχα ελεύτεροι Έλληνες.
Κανένας άλλος λαός δεν είχε κατανοήσει τόσο τέλεια την κρυφή και φανερή αξία του παιχνιδιού. Όταν η ζωή κατορθώσει με τον καθημερινόν αγώνα να νικήσει τους εχτρούς γύρα της – φυσικές δυνάμες και θεριά, την πείνα, τη δίψα, την αρρώστια – τυχαίνει κάποτε να της περισσεύει δύναμη. Τη δύναμη αυτή ζητάει να τη σπαταλήσει παίζοντας. Ο πολιτισμός αρχίζει από τη στιγμή που αρχίζει το παιχνίδι. Όσο η ζωή μάχεται να διατηρηθεί, να προστατευτεί από τους εχτρούς της, να κρατηθεί απάνω στη φλούδα της γης, πολιτισμός δε γεννιέται. Γεννιέται από τη στιγμή που η ζωή ικανοποιήσει τις πρώτες ανάγκες της κι αρχίσει να χαίρεται λίγη ανάπαψη.
Πώς να χρησιμοποιήσει την ανάπαψη αυτή, πώς να τη μοιράσει στις διάφορες κοινωνικές τάξεις, πώς να την πληθύνει και να την εξευγενίσει όσο μπορεί; Από τη λύση που δίνει στα προβλήματα αυτά η κάθε ράτσα κι η κάθε εποχή, κρίνεται η αξία κι η ουσία του πολιτισμού μας
.

Ταξιδεύοντας – Ιταλία, Αίγυπτος, Σινά, Ιερουσαλήμ, Κύπρος, Ο Μοριάς,
Εκδόσεις Ελ.Ν.Καζαντζάκη,
Αθήνα, σ. 232,233.


Καζαντζάκης και Σβάϊτσερ

Ήμουν πολύ συγκινημένος το αυγουστιάτικο εκείνο μεσημέρι που είχα πάρει το δρομάκι του μικρούλικου χωριού του Gunsbach, μέσα στα δάση της Αλσατίας, και χτυπούσα την πόρτα του σύγχρονού μας Άγιου Φραγκίσκου. Άνοιξε ο ίδιος, μού ’δωκε το χέρι· βαθιά κι ήσυχη η φωνή του, και κάτω από τα χοντρά ψαρά μουστάκια του χαμογελούσε και με κοίταζε. Τέτοιους είχα δει γέρους πολεμιστές Κρητικούς, όλο καλοσύνη κι αδάμαστη θέληση.
Καλοπροαίρετη από τη μοίρα στάθηκε η στιγμή, κι οι καρδιές μας άνοιξαν· ως τη νύχτα έμεινα μαζί του, και μιλούσαμε για το Χριστό, για τον Όμηρο, την Αφρική, για τους λεπρούς και για τον Μπαχ. Κατά το δειλινό, κινήσαμε για την εκκλησούλα του χωριού.
– Να μη μιλούμε, μού ’πε στο δρόμο, και το τραχύ πρόσωπό του είχε περεχυθεί με βαθιά συγκίνηση. Πήγαινε να παίξει Μπαχ. Κάθισε στο αρμόνιο· ετούτη θαρρώ στάθηκε από τις ευτυχισμένες στιγμές της ζωής μου.
Στο γυρισμό, είδα στα άκρα της δημοσιάς ένα αγριολούλουδο· έσκυψα να το κόψω.
– Μη! μου έκανε και ανακράτησε το χέρι μου· έχει κι αυτό ζωή, πρέπει να τη σεβαστείς.
Ένα μερμηγκάκι περπατούσε στο πέτο του σακακιού του· το πήρε με άκρα τρυφεράδα και το απόθεσε στη γης, παράμερα, να μην το πατήσουν. Δεν είπε τίποτα, μα στα χείλια του στρατάριζαν τα τρυφερά λόγια του προπάππου του από την Ασίζη: “Αδέρφι μου μερμηγκάκι...” Νύχτα πια χωρίσαμε· γύρισα στη μοναξιά μου, μα ποτέ πια η αυγουστιάτικη εκείνη μέρα δε βασίλεψε στο νου μου. Δεν ήμουν πια μόνος· πλάι μου, με το νεανικό σταθερό του βήμα, ο αγωνιστής αυτός τραβούσε με ακλόνητη βεβαιότητα το δρόμου του· δεν ήταν ο δρόμος ο δικός μου, μα ήταν παρηγοριά μου μεγάλη και μάθημα αυστηρό να τον βλέπω ν’ ανεβαίνει τον ανήφορό του με τόση πεποίθηση και με τόσο πείσμα. Από τη μέρα εκείνη βεβαιώθηκα πως ο βίος του Άγιου Φραγκίσκου δεν ήταν παραμύθι· ήμουν πια σίγουρος πως μπορεί ακόμα ο άνθρωπος να κατεβάσει απάνω στη γης το θάμα. Το είδα, το άγγιξα, μίλησα μαζί του, γελάσαμε και σωπάσαμε μαζί. Από τότε πια δεν μπόρεσα ποτέ να ξεχωρίσω στην καρδιά μου τις δυο βαθιά μαυλιστικές μορφές, τόσο χωρισμένες στον εφήμερο καιρό, τόσο ενωμένες στον καιρό τον αιώνιο, θέλω να πω στον κόρφο του Θεού. Μοιάζουν σαν δυο αδέρφια: ο Άγιος Φραγκίσκος της Ασίζης κι ο Αλβέρτος Σβάιτσερ
.

Αναφορά στον Γκρέκο.

Τρείς Ψυχές, Τρείς "Προσευκές"


ΤΡΕΙΣ ΨΥΧΕΣ, ΤΡΕΙΣ ΠΡΟΣΕΥΚΕΣ
Α' ΔΟΞΑΡΙ ΕΙΜΑΙ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΣΟΥ, ΚΥΡΙΕ˙ ΤΕΝΤΩΣΕ ΜΕ, ΑΛΛΙΩΣ ΘΑ ΣΑΠΙΣΩ.
Β' ΜΗ ΜΕ ΠΑΡΑΤΕΝΤΩΣΕΙΣ, ΚΥΡΙΕ˙ ΘΑ ΣΠΑΣΩ.
Γ' ΠΑΡΑΤΕΝΤΩΣΕ ΜΕ, ΚΥΡΙΕ, ΚΙ ΑΣ ΣΠΑΣΩ!

Προμετωπίδα στην Αναφορά στον Γκρέκο

ΕΚΚΛΗΣΗ ΣΤΟΥΣ ΔΙΑΝΟΟΥΜΕΝΟΥΣ

Στις 18 Ιουλίου 1946 από το BBC στο Λονδίνο, ο Νίκος Καζαντζάκης απευθύνει το παρακάτω µήνυµα στους διανοούµενους όλου του κόσµου που είχε σχεδιάσει στο µυαλό του από την Αίγινα. H έκκληση αυτή δηµοσιεύτηκε στο περιοδικό “Life and Letters”, Λονδίνο, αριθ. 109, Σεπτέµβριος 1946.

Η φωνή αυτή δεν απευθύνεται µονάχα στους Έλληνες, παρά και σε όλους τους αγνούς και τίµιους ανθρώπους στον κόσµο. Γιατί η στιγµή, που περνάει τώρα η ανθρωπότητα, είναι κρίσιµη κι ο κόσµος πια αποτελεί ένα τόσο ενιαίο οργανισµό, που δε µπορεί ένας λαός να σωθεί, αν δε σωθούν όλοι κι αν ένας λαός χαθεί, µπορεί να παρασύρει στο χαµό κι όλους τους άλλους. Πέρασε για πάντα η εποχή, που ένας λαός µπορούσε ν’ αποµονωθεί και να σωθεί ή να χαθεί µονάχος. Γι’ αυτό, µιλώντας στους ανθρώπους της ράτσας σου σήµερα, νιώθεις πως µιλάς σε όλες τις ανθρώπινες ράτσες µαζί. Η φωνή τούτη θέλει να εκφράσει την ανησυχία και τις ελπίδες ενός πνευµατικού ανθρώπου, που γεννήθηκε στην Ελλάδα κι αισθάνεται γι’ αυτό ακόµα µεγαλύτερη ευθύνη απέναντι στο σύνολο. Όλοι αόριστα νιώθουµε πως κάποιος κίντυνος µεγάλος απειλεί το σηµερινό πολιτισµό. Να δούµε τον κίντυνο τούτον κατάµατα, χωρίς τρόµο, αυτός είναι ο µοναδικός δρόµος να τον νικήσουµε. Οι φοβερότεροι εχθροί των δυνάµεων του κακού είναι η γενναιότητα και το φως. Ποιός είναι λοιπόν ο µεγάλος κίντυνος, που απειλεί τον µεταπολεµικό µας κόσµο; Τούτος: Ο νους του ανθρώπου εξελίχθηκε πολύ γρηγορότερα, πολύ εντονότερα από την ψυχή του. Ο νους κατέχτησε κοσµογονικές δυνάµεις, και τις έθεσε στη διάθεση του σηµερινού ανθρώπου, που δεν έφτασε ακόµα σε τόση ηθική ωριµότητα, ώστε να χρησιµοποιήσει τις δυνάµεις αυτές µονάχα για την ειρηνική ευηµερία του κόσµου. Υπάρχει έλλειψη ισορροπίας, δυσαρµονία ανάµεσα στη διανοητική και στην ηθική εξέλιξη του ανθρώπου. Τούτος είναι, µου φαίνεται, ο µέγας κίντυνος. Σε άλλες εποχές, στην Ανατολή, συνέβη το αντίθετο. Η ψυχή είχε προχωρήσει, µα ο εξερευνητικός νους, η Επιστήµη, είχε µείνει πίσω. Δυσαρµονία επικίντυνη, που την πλήρωσαν ακριβά οι ηθικά ανώτεροι, µα δυναµικά καθυστερηµένοι λαοί της Ανατολής οι βάρβαροι κατέβηκαν και τους εξαφάνισαν. Σήµερα, στην Ευρώπη, γίνεται το αντίθετο. Για να σταθεί όµως σ’ ένα υψηλό επίπεδο ένας πολιτισµός, πρέπει να κατορθώσει να φτάσει στην αρµονία νου και ψυχής. Η σύνθεση αυτή πρέπει να τεθεί ως ανώτατος σκοπός του σηµερινου µας παναθρώπινου αγώνα.
Δύσκολος άθλος, µα θα τον φτάσουµε, αρκεί καθαρά να ξέρουµε τι θέµε και πού πηγαίνουµε. Μα ωσότου να φτάσουµε, είναι φυσικό να µεσολαβήσουν για κάµποσον καιρό η αναρχία και το χάος. Χάος ηθικό και πνεµατικό. Όποιος έρθει σε επαφή µε τους πνεµατικούς αντιπρόσωπους σήµερα του κόσµου, διαπιστώνει και σε αυτούς τα µοιραία επακόλουθα του πολέµου, της εξαθλίωσης και της πείνας. Κούραση, ανησυχία και αβεβαιότητα. Κι απάνω απ’ όλα: έλλειψη µιας σταθερής παγκόσµιας αναγνωρισµένης ηθικής αρχής, όπου να στηρίξουνε την εσωτερική ανοικοδόµηση του µεταπολεµικού ανθρώπου.
Γιατί δεν πρέπει να πλανόµαστε: Η αληθινή ανοικοδόµηση δεν είναι να ξανακάνουµε σπίτια, εργοστάσια, καράβια ή σχολεία κι εκκλησίες, που γκρέµισε ο πόλεµος η αληθινή, η µόνη σίγουρη ανοικοδόµηση είναι η εσωτερική ανοικοδόµηση του ανθρώπου. Μονάχα σε ψυχικά θεµέλια µπορεί να στερεωθεί ένας πολιτισµός. Η οικονοµική κι η πολιτική ζωή ρυθµίζονται πάντα από την ψυχική προκοπή του ανθρώπου.
Πως µπορεί να γίνει, µέσα σε τόση κούραση, ανησυχία κι αβεβαιότητα, η εσωτερική ανοικοδόµηση του ανθρώπου; Ένας µονάχα τρόπος υπάρχει: να επιστρατεύσουµε όλες τις φωτεινές δυνάµες, που υπάρχουν µέσα σε κάθε άνθρωπο και σε κάθε λαό... Η ευθύνη σήµερα του πνεµατικού ανθρώπου είναι µεγάλη. Γιατί τυφλά είναι τα πάθη, αλληλοσυγκρούουνται οι επιθυµίες, τροµαχτικές είναι οι υλικές δυνάµες, που έθεσε ο νους στα χέρια του ανθρώπου κι από τη χρησιµοποίησή τους εξαρτάται η σωτηρία ή ο χαµός του ανθρώπινου γένους. Ας ενωθούµε όσοι πιστεύουµε στο πνέµα. Ας αντικρύσουµε µε σαφήνεια την επικίντυνη στιγµή που διαβαίνουµε κι ας δούµε ποιο είναι σήµερα το χρέος του πνεµατικού ανθρώπου.
Δεν αρκεί πια η ωραιότητα, δεν αρκεί η θεωρητική αλήθεια, µήτε η άνεργη καλοσύνη. Το χρέος σήµερα του πνεµατικού ανθρώπου είναι πιο µεγάλο και πιο δύσκολο. Μέσα στο µεταπολεµικό χάος ν’ ανοίξει δρόµο και να βάλει τάξη να βρει και να διατυπώσει το νέο παγκόσµιο σύνθηµα, που θα δώσει ενότητα, δηλαδή αρµονία στο νου και στην καρδιά του ανθρώπου. Να βρει το λόγο τον απλό, που ν’ αποκαλύπτει πάλι στους ανθρώπους τούτο το απλούστατο: πως όλοι είµαστε αδέρφια. Ταυτίζεται πάλι, όπως σε όλες τις δηµιουργικές εποχές, ο ποιητής µε τον προφήτη. Ας έχουµε εµπιστοσύνη στο πνέµα. Στις πιο δύσκολες ώρες που παίζεται η µοίρα του κόσµου, αυτό αναλαβαίνει την ευθύνη· σίγουρα µια µεγάλη Ιδέα γεννιέται σήµερα στα αιµατωµένα σπλάχνα της γης. Γι’ αυτό κι ο πόνος είναι τόσο µεγάλος. Γι’ αυτό κι οι δυνάµεις του κακού εξαπολύθηκαν µε τόση λύσσα τα τελευταία τούτα χρόνια και προσπαθούν πάλι να πνίξουν το νεογέννητο βρέφος. Μα δε θα µπορέσουν οι σκοτεινές δυνάµεις· και πάλι θα νικηθούν - αυτή είναι η µοίρα τους. Αν µπορούσαν αυτές να νικήσουν, από χιλιάδες χρόνια θα είχε εξαφανιστεί από τη γης το ανθρώπινο γένος. Υπάρχει µια λαχτάρα στα στήθη του ανθρώπου, που καµιά δύναµη του πονηρού δε µπορεί να την πνίξει. Μια λαχτάρα ν’ ανεβούµε απάνω από τα χτηνώδη ένστιχτα, να νικήσουµε την ύλη, δηλαδή τη σκλαβιά, και ν’ αναπνέψουµε τον αγέρα της λευτεριάς. Αυτό είναι το αθάνατο που έχει ο θνητός άνθρωπος µέσα του· αυτός πεθαίνει, µα η λαχτάρα για τη λευτεριά, αθάνατη, πηδά από στήθος σε στήθος κι ανεβαίνει. Πως ξεκινά το φως από ένα άστρο και χύνεται µέσα στη µαύρη αιωνιότητα κι οδοιπορεί αθάνατο; Τέτοια κι η κραυγή της ελευθερίας.
Ας έχουµε εµπιστοσύνη στην κραυγή τούτη της ελευθερίας!


Ο ΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ ΑΠΟΝΟΜΗ ΤΟΥ ΒΡΑΒΕΙΟΥ ΕΙΡΗΝΗΣ

Βιένη, 28 Ιουνίου 1956

Αγαπητοί φίλοι,
Δέχομαι την υψηλή αυτή αμοιβή, το Παγκόσμιο Βραβείο Ειρήνης, όπως ένας γέρος εργάτης το μεροκάματό του, άμα πια βραδιάσει. Είμαι βαθιά συγκινημένος, συνάμα και ντρέπομαι και δεν ξέρω τι να κάμω. Είμαι άξιος να δεχτώ ένα τέτοιο μεροκάματο;
Τις πρώτες στιγμές δίστασα· και τέλος εξ ονόματος της Κρήτης, της πατρίδας μου, θεώρησα πως μπορώ να δεχτώ μιαν τέτοιαν τιμή. Αυτή μονάχα, η Κρήτη, τo τραγικό vησί, που τόσο ακριβά κατάχτησε την ειρήνη, είναι άξια για μιαν τέτοια αμοιβή.
Αιώνες πολλούς η Κρήτη αγωνιζόταν για την ειρήνη, μα δεν μπορούσε να την πάρει, παρά διαβαίνοντας ποτάμια αίματα και δάκρυα. Να, γιατί από την παιδική μου ηλικία, έζησα με πολλήν ένταση το τραγικό νόημα της ζωής και την πικρή γεύση του αγώνα. Με συνεπήρε η πνοή της Κρήτης και προσπάθησα, ως άνθρωπος κι ως συγγραφέας, να πολεμώ για την ελευθερία, την ειρήνη και την αξιοπρέπεια του ανθρώπου.
Η σημερινή όμως ετούτη τελετή παίρνει για μένα μια σημασία που βαθειά αγγίζει την καρδιά μου. «Η Επιτροπή των Διεθνών Βραβείων της Ειρήνης», προσφέρει σ’ έναν Έλληνα ποιητή το κλαδί της ελιάς· να δώσει ο Θεός η χειρονομία αυτή νά ’ναι το προδρομικό μήνυμα της ειρήνης σε ολάκερη την Ελληνική γή.
Προσπαθώ να συγκρατήσω τον πόνο μου, μα δεν μπορώ· στην αποψινή γιορτή της ειρήνης, το πρόσωπο της Κύπρου υψώνεται μπροστά μου γεμάτο αίματα. Τη στιγμή που μιλούμε, oι σκοτεινές δυνάμεις χυμούν εκεί πέρα και θέλουν να πνίξουν την ελευθερία. Ας ενωθούμε όλοι, ας προσπαθήσουμε όλοι, στο ηρωϊκό τούτο μαρτυρικό νησί να θριαμβεύσει η ελευθερία· αυτή μονάχα μπορεί vα φέρει στον άνθρωπο το ανώτατο αγαθό, την ειρήνη.
Ποτέ το ιδανικό της ειρήνης δε στάθηκε τόσο απαραίτητο όσο στην εποχή μας. Για πρώτη φoρά ο άνθρωπος βρίσκεται συνειδητά ομπρός από την άβυσσο. Γι’ αυτό, το σάστιμα, η ηττοπάθεια κ’ η προδοσιά τόσων ψυχών γύρα μας. Για πρώτη φορά συνάμα και τα μέσα της εξόντωσης στάθηκαν τόσο τρομακτικά. Η επιστήμη, το δίστομο αυτό μαχαίρι, έθεσε διαβολική δύναμη στα χέρια του πιθηκάνθρωπου. Toυ κάκου από χιλιάδες χρόνια, ο πιθηκάνθρωπος αυτός κίνησε vα φτάσει στην ανώτατη αποκορύφωσή του, στον άνθρωπο. Δεν έφτασε ακόμη σε ολάκερη την επιφάνεα της γης. Οι σκοτεινές δυνάμεις λυσσούν ακόμη εντός του. Απειλητικές κι αποφασισμένες.
Οπλισμένοι με τη διαβολική αυτή δύναμη μπήκαμε στην άγρια ζούγκλα, που τη λέμε ατομική εποχή. Κρίσιμη η στιγμή. Ανάμεσα στην πρόοδο της διάνοιας και στο ηθικό επίπεδο του σημερινού ανθρώπου, υπάρχει μεγάλη απόκλιση, εξαιρετικά επικίνδυνη, Ο γορίλλας ανακάλυψε υπερβολικά ενωρίς τη φωτιά.
Αν δε θέλουμε ν’ αφήσουμε τον κόσμο να βουλιάξει στο χάος, πρέπει, όπως λευτερώσαμε τις δυνάμεις που είναι κρυμμένες μέσα στην ύλη, να λευτερώσουμε και την αγάπη, που είναι φυλακισμένη στην καρδιά του κάθε ανθρώπου. Πρέπει η ατομική δύναμη να μπει στην υπηρεσία της ατομικής καρδιάς.
Η ελευθερία και η ειρήνη είναι, δεν πρέπει ποτέ να το ξεχνούμε, έξω από τα πλαίσια του υλικού κόσμου· είναι θυγατέρες και οι δυο του ανθρώπου που τις γέννησε με ιδρώτα και με δάκρυα. ΄Οσο θ’ αναπνέουν oι άνθρωποι απάνω στη γης ετούτη, θά ’vαι κ’ oι δυο πάντα μπροστά πρωτοπορία, συντρόφισσες πιστές. Μα κάθε στιγμή κινδυνεύουν. Χρέος έχουμε κάθε στιγμή να επιστρατεύουμε όλες μας τις δυνάμεις, για να τις υπερασπίζουμε· πρέπει να στεκόμαστε πλάι τους μερόνυχτα όρθιοι.
Ο αβάς Mυvιέ, το λαμπρό και φίνο αυτό μυαλό, μού ’λεγε μια μέρα:
—Πήγα να δω το φίλο μου το Μπέρξον — Eρρίκο, τού ’πα, μπορείς να μου συνοψίσεις σε μια λέξη, σς μια λέξη μονάχα, όλη σου τη φιλοσοφία;
Ο Μπέρξον σώπασε μια στιγμή, βυθίστηκε σε συλλογισμούς κι άξαφνα:
—Επιστράτεψη! φώναξε. Επιστράτεψη! Όταν βρισκόμαστε μπροστά από ένα εμπόδιο, να έπιστρατεύουμε όλες τις δυνάμεις της ψυχής μας κ’ ευτύς το εμπόδιο θα νικηθεί.
Αγαπητοί φίλοι,
Οι δυνάμεις του Kακού επιστρατεύθηκαν· ας επιστρατέψουμε κ’ εμείς τις δυνάμεις του Καλού. Ας καλέσουμε σε συναγερμό ό,τι ανθρώπινο επιζεί ακόμα μέσα μας και γύρα μας. Ας πολεμούμε με όλες μας τις δυνάμεις για την ειρήνη και την αδελφοσύνη των ανθρώπων.
Οι Κινέζοι έχουν μια κατάρα που φαινομενικά είναι παράξενη: «Την κατάρα μου νά ’χεις και να γεννηθείς σε μιαν ενδιαφέρουσα εποχή». Γεννηθήκαμε σε μιαν ενδιαφέρουσα εποχή. Ένας κόσμος τρεκλίζει να πέσει, ένας άλλος ανυψώνεται. Οι μορφές της καταστροφής και της ανοικοδόμησης ρέουν γύρα μας αναρίθμητες. Να, γιατί η ευθύνη ενός ανθρώπου σήμερα είναι μεγάλη. Ξέρει τώρα πια πως κάθε του πράξη μπορεί νά ’χει αντίχτυπο στην αvθρώπινη μοίρα.
Ξέρει πως oι άνθρωποι, όλοι οι άνθρωποι, άσπροι μαύροι, είναι ένα. Στην άκρα του κόσμου ένας να πεινάει, εμείς φταίμε: Δεν μπορούμε να ’μαστε λεύτεροι, αν ένας στην άκρα του κόσμου παραμένει ακόμα σκλάβος.
Η αγωνία όμως που πνίγει σήμερα τον κάθε άνθρωπο που αξίζει, συνοδεύεται από μια μεγάλη ελπίδα, όχι ελπίδα, βεβαιότητα. Το Κακό στο τέλος νικιέται πάντα από την παντοδυναμία την αργή, μα σίγουρη, του Καλού. Αν ο μυστηριώδης αυτός νόμος δεν κυβερνούοε την ανθρώπινη μοίρα, το πνέμα θά ’χε από χιλιάδες χρόνια συντριβεί από την ύλη. Η ελευθερία κ’ η ειρήνη θα καταπνίγονταν από το Μεγάλο Φόβο.
Ένας παλιός ανατολίτικος θρύλος εκφράζει με καταπληκτική δίναμη το μυστηριώδη αυτό νόμο.
΄Ενας ΄Αγγελος κατέβηκε στη γης. Ο Δαίμονας, ο άρχοντας του κόσμου, έξω φρενών χύθηκε απάνω του και με το σπαθί του τον έκοψε σε δυο κομμάτια. Ευτύς από τα δύο κομμάτια τινάχτηκαν δύο ΄Αγγελοι. Μανιάζει ο άρχοντας του κόσμου, χυμάει χυμάει και τους μοιράζει σε τέσσερα. Κ’ ευτύς τέσσερεις Άγγελοι τινάχτηκαν. Κατατρομαγμένος τώρα ο ΄Αρχοντας του κόσμου χυμάει και τους μοιράζει. Οι τέσσερεις ΄Αγγελοι γίνανε οχτώ. Οι οχτώ δεκάξη. Οι δεκάξη τριανταδύο... Και σε λίγο αναρίθμητος στρατός Άγγελοι σκέπασαν τη γης.
Αγαπητοί φίλοι, ο ΄Αγγελος αυτός θα τον αναγνωρίσατε, είναι ο ΄Αγγελος της ειρήνης
.



Νέα Εστία, Χριστούγεννα 1977

Ο ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ ΜΟΥ ΕΙΠΕ...




Μανώλης Γιαλουράκης, Καινούρια Εποχή, Φθινόπωρο 1958

ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ
ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ



Μ. Πλωρίτης, Ελευθερία, 1 Νοεμβρίου 1957

ΕΝΑ ΑΠΟΓΕΥΜΑ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ

Νέα Εστία, τεύχος 607, 15 Οκτωβρίου 1952


ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΠΟΛΗ


Νέα Εστία, 1 Νοεμβρίου 1994


ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΙΣΤΡΑΤΙ ΚΑΙ ΤΟΝ ΓΚΟΡΚΙ



Αναφορά στον Γκρέκο, Εκδόσεις Ελένης Καζαντζάκη, Αθήνα, 1971

(βλ. επίσης ΑΡΘΡΑ ΙΙ, Ο ΙΣΤΡΑΤΙ ΚΑΙ ΤΟ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ)

ΓΙΟΧΑΝΕΣ ΓΙΟΡΓΚΕΝΣΕΝ, ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΝΙΚΟΥ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ





ΕΝΑ ΔΥΣΕΥΡΕΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ:
“ΚΩΜΩΔΙΑ, ΤΡΑΓΩΔΙΑ ΜΟΝΟΠΡΑΚΤΗ”

Αυτό το σημαντικό κείμενο του Νίκου Καζαντζάκη επιτρέπει να κατανοήσει κανείς περισσότερο τη σκέψη του μεγάλου κρητικού. Δημοσιεύτηκε το 1909 στην “Κρητική στοά”, στο Ηράκλειο και κατόπιν το 1910 στην Αλεξάνδρεια, το 1958 στη “Νέα Εστία” και το 1969 στο περιοδικό της Ζυρίχης “Προπύλαια”, με μια εισαγωγή του Karl Kerényi. To Δεκέμβριο του 1998, δημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση της Εταιρείας μας “Le Regard cretois”, no 18, μεταφρασμένο στα γαλλικά, από την κ. Βουγιούκα Αθηνά. Το έργο αυτό είχε προσφέρει η Ελένη Καζαντζάκη το 1988 στην Εταιρεία μας με την ευκαιρία της ίδρυσής της. Το δημοσιεύουμε σήμερα ολόκληρο και με τον πρόλογο του Kerényi.
















ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ (1883-1957) ΜΕ ΤΟΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟ ΚΑΒΑΦΗ (1863-1933)

Εορτάζουμε εφέτος την 150ή επέτειο από τη γέννηση και την 80ή επέτειο από το θάνατο του μεγάλου ποιητή Κωνσταντίνου Καβάφη. Ο Νίκος Καζαντζάκης τον συνάντησε στην Αλεξάνδρεια μεταξύ Δεκεμβρίου 1926 και Ιανουαρίου 1927. Δημοσιεύουμε εδώ ένα απόσπασμα από την περιγραφή αυτής της συνάντησης, που περιλαμβάνεται στο ταξιδιωτικό: Ταξιδεύοντας, Ιταλία, Αίγυπτος, Σινά, Ιερουσαλήμ, Κύπρος, Ο Μοριάς.
Η πιο εξαιρετική πνεματική φυσιογνωμία της Αιγύπτου είναι χωρίς άλλο ο ποιητής Καβάφης.
Στο μισόφωτο του αρχοντικού σπιτιού του προσπαθούσα να διακρίνω τη μορφή του... Μιλούμε για πλήθος πρόσωπα κι ιδέες, γελούμε, σωπαίνουμε, και πάλι αρχίζει, με κάποια προσπάθεια, η κουβέντα. Εγώ πολεμώ να κρύψω στο γέλιο τη συγκίνηση και τη χαρά μου. Να ένας άνθρωπος μπροστά μου, άρτιος, που τελεί τον άθλο της τέχνης με υπερηφάνια και σιωπή, αρχηγός ερημίτης, κι υποτάσσει την περιέργεια, τη φιλοδοξία και τη φιληδονία στον αυστηρό ρυθμό μιας επικούρειας ασκητικής...
Ξεχωρίζω στα σκοτεινά, πάνου στο ντιβάνι, τη φυσιογνωμία του – πότε όλο έκφραση μεφιστοφελική κι ειρωνεία και τα ωραία μαύρα μάτια του ξάφνου αστράφτουν μόλις πέσει απάνω τους μια μικρή αχτίδα από το φως των κεριών, και κάποτε πάλι γέρνει, όλο φινέτσα, παρακμή και κούραση. Η φωνή του είναι γεμάτη ακκισμούς και χρώμα – και χαίρουμαι με τέτοια φωνή να διατυπώνεται η πονηρή, όλο κοκεταρία, βαμμένη, στολισμένη γραία αμαρτωλή ψυχή του...
Ο εξωτερικά πρόχειρος μα σοφά μελετημένος στίχος του Καβάφη, η θεληματικά αλλοπρόσαλλη γλώσσα του, η απλοϊκή ρίμα του, είναι το μόνο σώμα που μπορούσε πιστά να περικαλύψει και να φανερώσει την ψυχή του. Σώμα και ψυχή στα τραγούδια του είναι ένα. Σπάνια στην ιστορία της φιλολογίας μας μια τέτοια ενότητα υπήρξε τόσο οργανικά τέλεια. Ο Καβάφης είναι από τα τελευταία άνθη ενός πολιτισμού. Με διπλά, ξεθωριασμένα φύλλα, με μακρό ασθενικό κοτσάνι, δίχως σπόρο.


ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ (αποσπάσματα)


Έρωτας ελευθερίας, να μην καταδέχεσαι, μήτε για τον παράδεισο ακόμα, να σκλαβώνεις την ψυχή σου· παιχνίδι παλικαρίσιο απάνω από την αγάπη και τον πόνο, απάνω από το θάνατο· να συντρίβεις τα παλιά καλούπια, και τα πιο ιερά, όταν πια δε σε χωρούν – να οι τρεις μεγάλες φωνές της Κρήτης. Ό,τι στα τρία αυτά περιστατικά γεμίζει άδολη χαρά την ψυχή είναι τούτο: δε μιλούν φιλόσοφοι κι ηθικολόγοι εδώ, που με το χουζούρι τους, ακίντυνα, κατασκευάζουν και διαλαλούν υψηλές δύσκολες θεωρίες· απλοί άνθρωποι, Κρητικοί χωριάτες, ακολουθώντας την ορμή του σπλάχνου τους, ανηφορίζουν, χωρίς να λαχανιάζουν, τις πιο αψηλές κορφές που μπορεί να φτάσει ο άνθρωπος — την ελευτερία, την καταφρόνια του θανάτου, τη δημιουργία καινούριου νόμου. Εδώ σου ξεσκεπάζεται η τρισεύγενη καταγωγή του ανθρώπου. Γιατί βλέπεις πως το δίποδο χτήνος, ακολουθώντας άλλους δρόμους από τους διανοητικούς, κατόρθωσε να γίνει άνθρωπος. Κι έτσι η πορεία σου στο μοιραίο διανοητικό Γολγοθά γίνεται πιο υπεύθυνη· γιατί ξέρεις τώρα, κοιτάζοντας τους Κρητικούς, πως αν δε γίνεις άνθρωπος, φταις εσύ, εσύ μονάχα· γιατί το αψηλό είδος αυτό, ο Άνθρωπος, υπάρχει, παρουσιάστηκε στη γης, και δεν έχει πια κανένα δικαιολογητικό ο ξεπεσμός σου κι η αναντρία. Στην Κρήτη, μια ψυχή που δεν καταδέχεται να ξεγελάσει τον εαυτό της ή τους άλλους αντικρίζει πρόσωπο με πρόσωπο, όσο πουθενά αλλού, τη μονοβύζα θεά που δεν κάνει χατίρια, που δεν κάθεται στα γόνατα κανενούς, μήτε θεού, μήτε ανθρώπου, την Ευθύνη.

Αναφορά στον Γκρέκο


Δε βλέπω κανένα σχεδόν και δε νιώθω την ανάγκη να δω ανθρώπους. Είμαι ευτυχής όταν είμαι μόνος με τη γυναίκα μου, αν όμως έρθει κάποιος, η καρδιά μου ανοίγει, η ανθρώπινη επαφή μου δίνει πάντα μια δυνατή συγκίνηση. Μιλάω λίγο στον επισκέπτη μου, γελάω πολύ, ακούω με ζωηρό ενδιαφέρον, με ξαφνική φιλία, ό,τι μου λέει ο φιλοξενούμενός μου.

Συνομιλίες Καζαντζάκη-Sipriot, Αντίμπ, 1957